Είναι το σεξ συμβατό με την θρησκευτική κοσμοθέαση;
περιγραφή και
καταγραφή της ομιλίας:
βιντεοσκοπημένη ομιλία
To πραγματικό Σώμα και ο πραγματικός ΆλλοςΟμιλητής: πάτερ Λουδοβίκος 36:18 |
α) Περιγραφή της ομιλίας
Εδώ μεταφορτώνω μια ομιλία του πατρός Λουδοβίκου με θέμα: "To πραγματικό
Σώμα και ο πραγματικός Άλλος".
Αφορά τον ερωτισμό και την σεξουαλικότητα και αν μπορεί να γίνει
αποδεκτή από την θρησκεία ή φιλοσοφία.
Μεταξύ άλλων, επικρίνει τον Πλάτωνα, επειδή θεωρούσε πως χρειάζεται να
κάνεις ένα άλμα από την υλική σου σπηλιά προς τα έξω, στο πνευματικό
φως. Επειδή απόρριπτε το υλικό προς χάριν του ιδεατού.
Όμως είναι αυτή η κριτική του ειλικρινής και εύστοχη; Είναι αλήθεια ότι
ο Πλάτων παραπλανάται στο ότι δεν αποδέχεται την ύλη ως θεϊκή δημιουργία;
Αν δούμε το σεξ ως θεϊκή δημιουργία, τότε αποδίδουμε στον όφη, που
πλάνεσε τους Πρωτόπλαστους, θείο χαρακτήρα; Αν η ύλη και το σεξ είναι
μέρος του Θεού, τότε είναι και ο διάβολος μέρος του Θεού; Και η
αλλοτρίωση της ψυχής μας επίσης; Και ο καταναλωτισμός; Και ο υλισμός;
Ο π. Λουδοβίκος χαρακτηρίζει τον χριστιανισμό "ιερό υλισμό". Αλλά
επιτρέπεται ο υλισμός σε μια θρησκεία;
Μήπως, για να κάνουμε τη θρησκεία αρεστή (να την «πουλήσουμε»), της
αποδίδουμε ένα χαρακτήρα που δεν ταιριάζει στη φύση του θρησκευτικού
συναισθήματος, του πνευματικού εγχειρήματος;
Εν τέλει, αν η θρησκεία δεν μας γαλουχεί, όπως ο Πλάτωνας, προς ένα άλμα
πέραν της ύλης, προς το πνευματικό, ποιος είναι ο ρόλος της;
Κατέγραψα την ομιλία του, έκανα μια ενδελεχή κριτική αυτής, και τη
συζήτησα μαζί σας.
Κριτική:
https://www.youtubetranslations.gr/Is_sex_compatible_with_religious_worldview.htm
Συζήτηση:
https://www.youtubetranslations.gr/Is_sex_compatible_with_religious_worldview_discussion.htm
Καταγραφή: πιο κάτω
Θεωρώ ότι η ομιλία του όμορφα θέτει εύστοχα ερωτήματα, δίνει όμως άκυρες
απαντήσεις, που δεν δικαιώνουν το ρόλο που ταιριάζει στην θρησκεία στην
υπέρβαση του αισθησιασμού, του ηδονισμού και γενικότερα του υλισμού.
Οι χριστιανοί άγιοι είναι αυτοί που αρνήθηκαν την ύλη προς χάριν του
πνεύματος, που αρνήθηκαν τον αισθησιασμό προς χάριν της κοινωνίας με τη
θεία μορφή που λέγεται Χριστός.
Δεν ακυρώνεται η θρησκευτική παράδοση, η πνευματικότητα του
χριστιανισμού, καθαγιάζοντας τον αισθησιασμό;
Κι εδώ δεν εννοώ ότι ο ίδιος ο Λουδοβίκος την ακυρώνει. Γιατί το σπέρμα
του αισθησιασμού υπάρχει μέσα στον ίδιο τον χριστιανισμό: «αυξάνεσθε και
πληθύνεστε». «Ο Θεός εποίησε Ουρανό και Γη».
Λοιπόν ποια η διαφορά μεταξύ Θεού και Διαβόλου τότε; Αν ο αισθησιασμός
έρχεται από τον Θεό, αν η επιθυμία για την ύλη έρχεται από τον Θεό, τι
έρχεται από τον Διάβολο; Μετουσιωνόμαστε πνευματικά όταν αφηνόμαστε στην
ύλη; Και, αν δεν χρειάζεται μετουσίωση, μήπως θα έπρεπε να ονομάσουμε
πνεύμα και θείο θέλημα την απόγνωση, την σύγχυση, την κακία, τις
αρρώστιες και τη θνητότητα; Δεν είναι όλα αυτά μέρος της ζωής στο
βασίλειο της ύλης; Δεν είναι όλα αυτά μέρος της υλικής μας ύπαρξης, της
αισθησιακής μας ύπαρξης, της ζωικής μας ταυτότητας;
Και δεν είναι η θρησκεία ένα τρανταχτό και βροντερό ΟΧΙ; Δεν είναι η
θρησκεία η καλλιέργεια της αγάπης για το υπερβατικό και η αφιέρωση της
σωματικής μας ενέργειας σε αυτό;
Πόση θεολογική ζάχαρη να βάλεις σε ένα χάπι για να ξεχάσεις ότι είναι
δηλητήριο;
Είναι η πηγή της ζωής ψηλά ή χαμηλά; Ρέει από τα γεννητικά όργανα ή
πέφτει ως μάννα από τους ουρανούς;
Θα 'πρεπε ή όχι να είναι σαφής κι αδιαπραγμάτευτη η θέση της θρησκείας;
Αν δεν υποστηρίξει, γαλουχήσει και εδραιώσει η θρησκεία την αγάπη μας
για το υπερβατικό, για τον Θεό που βρίσκεται στους ουρανούς, ποιος θα το
κάνει;
Ποιος θα τολμήσει να πει μια δυσάρεστη αλήθεια;
β)
Καταγραφή της ομιλίας
(Πάτερ Λουδοβίκος)
Καλησπέρα. Ευχαριστώ για την πρόσκληση αυτή. Δεν μου είναι τόσο
αναπάντεχη γιατί κι εγώ ξεκίνησα απ' την ψυχανάλυση, και μπορώ να πω ότι
διέτρεξα ένα αρκετά μεγάλο χρόνο με αυτές τις αναβυθίσεις οι οποίες
βέβαια προχώρησαν στη συνέχεια… Εν πάση περιπτώσει, είναι σημαντικό να
υπάρχουν αυτού του τύπου οι ανησυχίες σε τέτοιου είδους συνέδρια, όπως
νομίζω θα φανεί και από αυτά τα λίγα που θα προσπαθήσω να πω εδώ. Δεν
υπάρχει τίποτα πιο συναρπαστικό από αυτή την αντιμεταφυσική αμεσότητα με
την οποία τίθεται το πρόβλημα του σώματος και το ερωτικό πρόβλημα,
συνεκδοχικά βεβαίως, και το πρόβλημα της παρουσίας του Άλλου – το πιο
δύσκολο δηλαδή από όλα τα προβλήματα που έχουμε, ακριβώς διότι φαίνεται
ότι είναι εύκολα και φαίνεται ότι είναι δεδομένα. Αρκεί να πω το εξής,
ότι το σημαντικότερο σχόλιο που έγινε στον Καρτέσιο, στην περίφημη φράση
αυτή "cogito ergo sum", «σκέπτομαι άρα υπάρχω», που σηματοδοτεί τη
νεωτερικότητα, είναι η κριτική του Νίτσε, η οποία αμφισβήτησε ακριβώς το
"ergo" του cogito – το νοητικό ergo του cogito. Σκέπτομαι με το μυαλό
μου; Λέει ο Νίτσε, αν ήταν αυτό αλήθεια, πρώτον αυτό θα σήμαινε ότι
σκέπτομαι όποτε θέλω, σκέπτομαι ό,τι θέλω και σκέπτομαι όπως το θέλω.
Τίποτα από αυτά δεν συμβαίνει. Αυτό το οποίο σκέπτομαι πάντοτε μου
διαφεύγει, αυτό το οποίο σκέπτομαι μου έρχεται όποτε θέλει, κι επίσης
αυτό ακριβώς το οποίο σκέπτομαι, το περιεχόμενο της σκέψης μου, δεν μου
είναι ποτέ καθορισμένο εκ των προτέρων.
Και γεννάται το ερώτημα: με τι
σκέπτεται ο άνθρωπος; Η νεωτερικότητα ξέρει ότι ο άνθρωπος δεν σκέπτεται
με τη λογική, δεν σκέπτεται με το νου. Και το ξέρουμε αυτό μέσα από μια
σειρά πάρα πολλών εξελίξεων, οι οποίες αφορούν την ψυχολογία, τη
βιολογία –θα κάνω αναφορά και στα δύο παρακάτω- και βεβαίως και σε
κάποιες ξεχασμένες πνευματικές παραδόσεις. Θα έλεγα, χωρίς να κινδυνεύω
να υπερβάλω, ότι ο άνθρωπος σκέπτεται με το σώμα του. Αυτό το ξέρει και
η κλασική ψυχανάλυση, όταν περιγράφει ένα συνειδητό το οποίο είναι
ριζωμένο στο σωματικό, διότι περιέχει ενορμήσεις –λέω για την φροϋδική
ψυχανάλυση κυρίως–, και βεβαίως το ξέρει και η σύγχρονη cognitive
science, η γνωστική επιστήμη. Θα μιλήσουμε για τις βασικές μεταφορές σε
λίγο. Το θέμα είναι λοιπόν ότι δεν σκέπτεται ο άνθρωπος με το νου του
αλλά σκέπτεται με τη βιολογικότητά του. Κι επίσης δεν σκέπτεται με τη
βιολογικότητά του μόνο, αλλά και με το νόημα το οποίο αντλεί από αυτήν
και το νόημα το οποίο της δίνει. Σκέπτεται με ένα άλμα αιώνων, με αυτό
το οποίο ένας πολύ σημαντικός για τη Δύση διανοητής, πολύ γνωστός στη
Δύση αλλά άγνωστος στην Ελλάδα, παρόλο που είναι Έλληνας, ο Μάξιμος ο
ομολογητής, ονόμασε «το Όλον Αυτού». Και έκανε την εξής εκπληκτική
παρατήρηση, ότι το Όλον του Ανθρώπου δεν είναι το άθροισμα της ψυχής και
του σώματος, λέει, αλλά είναι και κάτι Άλλο. Το κάτι Άλλο είναι η
ελευθερία του αυτοπροσδιορισμού, η αυτοσκηνοθεσία του ανθρώπου. Το ότι
συνεχώς ο άνθρωπος αντιδικεί με τον εαυτό του. Ότι συνεχώς ο άνθρωπος
ανατοποθετείται σε σχέση με τον εαυτό του. Αυτό είναι πάρα πολύ
σημαντικό ως λεπτομέρεια. Γιατί ανατοποθετείται εν σχέσει προς τι; Γιατί
ο άνθρωπος δεν είναι ευχαριστημένος με τον εαυτό του; Γιατί ο άνθρωπος
είναι το μόνο ον το οποίο είναι ανικανοποίητο; Γιατί ο άνθρωπος, παρόλο
ότι μπορούμε να του εξασφαλίσουμε σχεδόν τα πάντα, όσον αφορά τη
βιολογική και την ψυχολογική του - - αν δείτε τα κλασικά εγχειρίδια
ψυχολογίας θα δείτε ότι οι Αμερικανοί ψυχολόγοι έχουν βρει καμιά
διακοσαριά ανάγκες ψυχικές, τις οποίες μπορούμε να ικανοποιήσουμε στον
άνθρωπο. Γιατί παρά ταύτα η επιθυμία του ανθρώπου είναι πάντοτε
μεγαλύτερη από το αίτημά του; Γιατί το αίτημα πάντα εξαντλείται; Γιατί
θέλει πάντα κάτι παραπάνω; Αυτό το πράγμα, αυτή η ριζική ανικανοποίηση,
έχει να κάνει με τη βιολογικότητα καταρχήν του ανθρώπου, με το γεγονός
ότι η βιολογικότητά του εισέρχεται μες στη διαδικασία του
στοχασμού του. Εισέρχεται με ένα μυστηριώδη τρόπο σας είπα, διότι αυτό
το οποίο, θα λέγαμε, είναι σημαντικό –το σώμα του, η βιολογικότητά του–,
δεν είναι δεδομένη – παρότι φαίνεται να είναι δεδομένη. Είναι
σκεπτόμενη. Δηλαδή το σώμα της αναπαράστασης, το σώμα το οποίο μου
δείχνει, ξέρω γω, το lifestyle, το σώμα που μου δείχνει η διαφήμιση,
είναι ένα σώμα το οποίο είναι κατακερματισμένο, έτσι; Κι αν κοιτάξω να
ακολουθήσω τις επιταγές του lifestyle ή της διαφήμισης, θα δω ότι το
σώμα μου αποτελείται από πάρα πολλά κομμάτια – και η σεξουαλικότητα
επίσης, είναι κομματιασμένη. Έτσι δεν είναι; Γι' αυτό η πορνογραφία
κάνει τους ανθρώπους δυστυχισμένους συνήθως, διότι δεν υπάρχει· το σώμα
αυτό δεν υπάρχει. Αυτό που έχω ως βίωμα εγώ κι εσείς είναι ότι δεν είμαι
ευχαριστημένος απ' το σώμα μου βασικά. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να είναι
απόλυτα ευχαριστημένος απ' το σώμα του. Καταλάβατε; Αυτό το πράγμα
λοιπόν που περισσεύει συνεχώς, δείχνει ότι το σώμα μου σκέπτεται
–προσέξτε–, σκέπτεται ερήμην μου, είναι ένα υποκείμενο στοχασμού και το
σώμα - - υποκείμενο, όχι αντικείμενο… Και το ερώτημα είναι: τι σκέπτεται
το σώμα; Εδώ μας βοηθάει πολύ η γνωσιακή ψυχολογία. Υπάρχει αυτή η
έννοια των primary metaphors, όπως ξέρετε, «θεμελιωδών μεταφορών», με
την οποία νομίζω έχουμε ξεπεράσει κάθε είδος μεταφυσικής και ιδεαλισμού
οριστικά, διότι καταλαβαίνουμε ότι ο άνθρωπος και στον στοχασμό
λειτουργεί με βιολογικές μεταφορές. Όλοι λέμε «το 'πιασα». Κάποιος που
κατάλαβε τώρα αυτά που λέω λέει «το 'πιασα». Και το λέμε και στ' αγγλικά
– "grasped it", ε; Λέμε, για όλους μας, ισχύει το ότι «η αγάπη είναι
ζεστασιά». Γιατί συμβαίνουν αυτά; Γιατί το βρέφος, όταν κάτι θέλει να το
καταλάβει, το πιάνει. Η αγάπη είναι ζεστασιά, γιατί το βρέφος έχει την
εμπειρία του εναγκαλισμού από τη μητέρα – έτσι δεν είναι; Και η μητέρα,
εναγκαλιζόμενη το βρέφος, του δίνει αγάπη. Από τη μια λέμε ότι «αυτός
είναι ψυχρός άνθρωπος», που σημαίνει ότι δεν είναι αξιαγάπητος. Η
απόσταση, που σημαίνει η απουσία του εναγκαλισμού. Λέμε στα αγγλικά "she
picked his face [amongst the crowd"], είδε το πρόσωπό του μέσα στο
πλήθος. Ή, για όλους μας, λέμε ότι «είναι πολύ βαρύ φορτίο αυτή η
στεναχώρια» – πάλι το μικρό παιδί που είναι πολύ μικρό και δεν μπορεί να
σηκώσει τα πράγματα, οπότε η στεναχώρια και το βάρος είναι μια
βιολογική μεταφορά με την οποία καταλαβαίνει ουσιαστικά ένα
καθαρά ψυχικό μέγεθος. Λέμε ότι αυτό είναι «πολύ μεγάλο» που είπε, γιατί
όλοι μας ως μικροί έχουμε την εμπειρία μεγάλων ενδιαφερόντων
προσώπων. Υπάρχει βιβλιογραφία σήμερα με την οποία μπορούμε να
καταλάβουμε ένα μεγάλο μέρος των μαθηματικών με βάση τις βιολογικές
μεταφορές. Θέλω να πω το εξής. Ότι αυτό το πράγμα σημαίνει ότι το σώμα
έχει να κάνει με το Όλον. Το σώμα σκέπτεται το Όλον – ή, αν θέλετε, το
Όλον σκέπτεται το σώμα. Δεν είναι απλά - - προσέξτε, το ανθρώπινο σώμα
–είχε πει ο Χάιντεγκερ κάποτε, όταν κουβέντιαζαν, ξανακουβέντιαζαν για
--- και εντάξει, αυτό είναι ένα δεδομένο για το νεοδαρβινισμό–, λέει
«κοιτάξτε κάτι, δεν με ενδιαφέρει αυτό. Διότι ο άνθρωπος είναι κάτι
τρομακτικά μακριά από τον πίθηκο.» Αυτό το πράγμα σημαίνει ότι ο
άνθρωπος συνεχώς, λόγω της σχέσης του με το Όλον, νοηματοδοτεί τον εαυτό
του διαφορετικά συνεχώς. Όλη η ψυχανάλυση στηρίζεται πάνω σ' αυτό. Στο
ότι υπάρχει ένα τελικό νόημα το οποίο δεν είναι δεδομένο. Κι αν το βρω,
θα λύσω το πρόβλημά μου. Το πρόβλημά μου θα λυθεί διότι θα ανακαλύψω τη
λειτουργία του Όλου και μένα μέσα στο Όλον. Όλη η αρχαία
τραγωδία, στηρίζεται πάνω σ' αυτήν την ελάχιστη λεπτομέρεια, ότι πρέπει
να αποκατασταθεί η λειτουργία του Όλου. Η Νέμεση, το μέτρο, ο Οιδίπους ο
οποίος πάει με τη μάνα του, δεν το ξέρει ούτε αυτός ούτε η μάνα του,
παρά ταύτα όμως πρέπει να τραβήξει ό,τι τράβηξε. Γιατί; Για να
αποκατασταθεί η λειτουργία του Όλου.
Επομένως ο άνθρωπος είναι ένα
ον όπου και η βιολογικότητα είναι σκεπτόμενη βιολογικότητα
– αυτό θέλω να το τονίσω, γιατί στη δυτική μας κουλτούρα νομίζουμε
ότι σκεπτόμαστε εμείς τον εαυτό μας, δεν καταλαβαίνουμε ότι και ο εαυτός
μας μάς σκέπτεται. Όλη η θεωρία του ασυνειδήτου, το οποίο ουσιαστικά
έχει τη θέση που έχει στην αρχαία τραγωδία το πεπρωμένο, είναι μια
απόδειξη ότι ο εαυτός μου με σκέπτεται, δηλαδή ότι το Όλον με σκέπτεται
μέσα απ' τον εαυτό μου. Ότι με σκέπτονται δυνάμεις οι οποίες είναι
πολύ μεγαλύτερές μου, και, άνευ των οποίων παραδόξως δεν μπορώ εγώ
να βρω καμιά ισορροπία στο τέλος. Η πιθανή αυτονόμηση του εαυτού από
όλες αυτές τις μεγάλες πηγές νοήματος δημιουργεί το "I can get no
satisfaction" (τραγούδι), που ήταν για τη γενιά μου το έμβλημα – με τον
Ράιχ, την οργόνη κι όλα αυτά τα πράγματα– το οποίο ουσιαστικά είναι η
απογείωση του αποσυνδεδεμένου, αυτόνομου Εγώ για την κατάκτηση μιας
ευτυχίας η οποία του ανήκει προσωπικά, ατομικά, αγνοώντας όμως το Όλον.
Καταλάβατε; Και βέβαια εδώ πρέπει να πάρει κανείς ναρκωτικά, για να
μπορέσει να αντικαταστήσει το Όλον. Ίσως. Ή να περάσει στον
καταναλωτισμό ή στον ερωτισμό με ένα τρόπο μυστικιστικό ουσιαστικά. Για
να μπορέσει να αντλήσει, για το εγωκεντρικό του άτομο, αυτό το οποίο
έχει χάσει ως κοινωνία με το Όλον. Και βέβαια αν ρωτήσουμε ποια είναι η
λογική του σώματος, … Αν διαβάσετε ας πούμε τη Φαινομενολογία, θα σας
πει ο Μερλό-Ποντί ότι είναι η διασωματκότητα [σωματική αλληλεπίδραση]. Η
διασωματικότητα θέτει όμως προβλήματα, δείχνει ότι είναι κι αυτή
ανεπαρκής – όπως η λειτουργία της γλώσσας. Η λειτουργία του συμβολικού
πεδίου, έτσι δεν είναι; Δεν υπάρχει τίποτα στον άνθρωπο που να μην έχει
συμβολικό χαρακτήρα. Ακόμα κι αυτή η έλξη η ερωτική, η καθαρά σεξουαλική
έλξη, έχει μια τεράστια συμβολική, από πίσω της, παρακαταθήκη, με την
οποία λειτουργεί κι άνευ της οποίας δημιουργείται μια πιθανή ψυχογενής
ανικανότητα σε μια στιγμή, ή πάντως η έλλειψη νοήματος μες στην
σεξουαλικότητα. Θέλω να πω το εξής. Ότι, όπως φαίνεται –κι αν είναι
αλήθεια αυτά τα οποία, εισαγωγικά εντελώς, λέμε–, … Θα πρέπει να το
διατυπώσουμε αυτό με μία πρόταση. Και να πούμε περίπου ότι ο άνθρωπος
είναι το ον εκείνο το οποίο στην κυριολεξία είναι το αντικείμενο της
επιθυμίας του Όλου, διεκδικείται από το Όλον. Διεκδικείται από ένα Όλον
νοήματος το οποίο, αυτό και μόνο, μπορεί να δώσει σημασία και νόημα σε
απείρως επί μέρους πράγματα· πράγματα τα οποία φαίνεται φυσιολογικά
[κανονικά, συμβατικά] ότι πιθανότατα δεν χρειάζονται αυτή την τεράστια
δικαίωση. Αυτό το πράγμα ανήκει στους καταγωγικούς μύθους της Δύσης. Ας
σκεφτούμε μόνο τον Πλάτωνα, για να το αντιπαραθέσουμε στην Βίβλο, στο
σημείο αυτό. Η καταγωγική ερωτική εμπειρία της Δύσης, ακριβώς
λόγω της αντιμαχίας με το Όλον, είναι η ερωτική ανικανοποίηση που
περιγράφεται στο Συμπόσιο. Ναι ή όχι; Ο φιλόσοφος είναι ο κατεξοχήν
ανικανοποίητος και ο κατεξοχήν απορρίπτων τον έρωτα. Αυτός είναι ο
θρήνος του Αλκιβιάδη στο Συμπόσιο κι αυτό είναι το νόημα των περίφημων
πέντε σταδίων που περιγράφει ο Πλάτων, των σταδίων του έρωτος.
Ξεκινάει από τον έρωτα του ενός σώματος, περνά σαν καλός κοσμοπολίτης
που είναι στον έρωτα των πολλών σωμάτων – κοιτάξτε εδώ, η ριζική
ανικανοποίηση η οποία είναι καταγωγικός μύθος για τη Δύση.
Είναι ένας από τους καταγωγικούς μύθους. Και μετά απ' την ερωτική
ανικανοποίηση της δεύτερης φάσης περνά στα Ωραία Χαρακτηριστικά της
Ψυχής – – κι εδώ δημιουργείται μια συναισθηματική ανικανοποίηση,
και περνάει στα Ωραία Μαθήματα –τέταρτο σκαλί–, έχοντας εγκαταλείψει
πίσω, ουσιαστικά, ένα τεράστιο μέρος του εαυτού του – αυτή η εγκατάλειψη
του εαυτού προς τα πίσω προς χάριν της θεωρίας είναι το δράμα του
πλατωνισμού, ένεκα του οποίου κατέρρευσε ο Πλάτων και έγινε πολιτικός
αναμορφωτής – ως μεταφυσικός κατέρρευσε διότι έπρεπε να εγκαταλείψει
ουσιαστικά τα πάντα πίσω του για να κάνει το τελευταίο πέμπτο βήμα, που
είναι ο Έρωτας του Ενός – ε; Ο Φιλόσοφος [φιλοσοφικός] Έρως του Ενός. Κι
ανακαλύπτει στο σημείο αυτό, όπως λέει ξεκάθαρα, ότι «Θεός ανθρώπω ου
μίγνυται», αυτή η τραγική διαπίστωση. Έχω την εμπειρία του Ενός, έχω
εγκαταλείψει τα πάντα για το Ένα, είμαι ριζικά ανικανοποίητος, κι αυτό
το Ένα δεν μπορώ να το βάλω μέσα σε αυτά που εγκατέλειψα, δεν
μπορεί να γίνει ενσάρκωση του Ενός μέσα στον κόσμο. Υπό την έννοια αυτή
είναι μια τραγική εμπειρία και καταρρέει εν πολλοίς ο Πλάτωνας ο
μεταφυσικός στο σημείο αυτό, διότι δεν μπορεί να κουβαλήσει το Όλον μέσα
στα πολλά, το Ένα μέσα στα Πολλά.
Και δεν φτιάχνει μύθο στο
σημείο αυτό, να πει ότι «θα τα φτιάξουμε, με ένα παραμύθι να το πούμε»,
όπως λέει σε άλλα σημεία, αλλά το αφήνει έτσι, σαν μια τραγική ένταση,
έτοιμα [έντονα?] τρομακτικό ενός ολόκληρου πολιτισμού, και ταυτόχρονα ένα
ερώτημα το οποίο παραμένει αναπάντητο. Δηλαδή: ποιο είναι το νόημα του
βιολογικού Είναι; Αυτό είναι το ερώτημα του Πλατωνισμού. Ποιο είναι το
νόημα του έρωτος, του βιολογικού έρωτος; Αυτό είναι το ερώτημα του
πλατωνισμού στο σημείο αυτό. Γιατί πρέπει να τα εγκαταλείψω όλα αυτά για
να προσηλωθώ σε αυτό το οποίο παρά ταύτα μοιάζει να 'ναι η πηγή τους;
Γι' αυτό το λόγο έρχεται σε ένα δεύτερο βήμα ο εκχριστιανισμός αυτής της
σκέψης – δηλαδή οι Έλληνες δεν γίνονται χριστιανοί για πλάκα, γίνονται
επειδή υπάρχει μια φοβερή εκκρεμότητα. Μπορεί να γίνει ενσάρκωση του
Ενός μέσα στον κόσμο αυτόν; Μπορεί δηλαδή το βιολογικό να έχει νόημα; –
προσέξτε, «να έχει νόημα». Ο Έρωτας μπορεί να έχει νόημα; Κοσμικό νόημα,
συμπαντικό νόημα, νόημα το οποίο ουσιαστικά δημιουργεί μια πληρότητα η
οποία είναι πέρα από τη βιολογική της. Διότι, όπως ξέρετε όλοι, ο έρωτας
είναι κάτι το οποίο δεν έχει να κάνει απλά και μόνο με μια σωματική ή συναισθηματικο-σωματική ηδονή. Ο Φρόιντ το έχει αναλύσει αυτό με μεγάλη
λεπτομέρεια. Ο έρωτας είναι το πιο μυστήριο απ' όλα τα πράγματα. Δεν
ξέρουμε την αρχή του, ούτε το τέλος του. Επί μέρους ενσαρκώσεις ναι,
αλλά τα πιο ερωτικά πράγματα δεν περνάνε στο εμπόριο [πορνογραφία]. Ούτε
στο lifestyle. Γιατί; Διότι ο έρως έχει να κάνει με την ανακάλυψη του
Ενός μέσα στα όντα τελικά. Έχει να κάνει με την ανακάλυψη της
λειτουργίας του Όλου μέσα στο επιμέρους. Έχει να κάνει με την αναζήτηση
ενός αιώνιου σώματος. Γι' αυτό κανένας δεν είναι ευχαριστημένος απ' το
σώμα του. Στην πραγματικότητα, αυτό το οποίο … Αν μας ρώταγαν … Αν μας
ρώταγαν –όχι οι παπάδες, διότι οι παπάδες μπορεί να το πάνε αλλού–, αλλά
αν μας ρώταγε κάποιος … Αν με ρώταγε εμένα, στην προ Χριστού εποχή [δηλ.
πριν ασχοληθεί με την ορθοδοξία] «τι θα 'θελες με το σώμα σου», θα
απαντούσα «θα 'θελα να 'ναι αιώνιο». Να έχουν δηλαδή, το νόημα και η
υλικότητα, γίνουν Ένα. Το νόημα και η ύλη να γίνουν Ένα. Και εδώ έρχεται
ο χριστιανισμός, ο οποίος είναι αντι-ιδεαλιστικός τελείως, δεν έχει να
κάνει καμία - - δεν έχει να κάνει καμία … είναι υλιστικός καθαρά, ιερός
υλισμός είναι ο χριστιανισμός, και σου λέει «κοίταξε να δεις, αυτή είναι
η ελπίδα», όντως αυτή είναι. Και μιλά, και τολμάει να μιλά, για ανάσταση
των νεκρών. Και εδώ δεν μπορεί να το απορρίψει κανείς εύκολα. Διότι αν
το απορρίψεις, η άλλη εκδοχή είναι ο Πλάτων. Δηλαδή θα το απορρίψεις
εγκαταλείποντάς το[ν] [ίσως εννοεί ότι αν απορρίψεις την ανάσταση των
νεκρών, θα πρέπει να εγκαταλείψεις και τον έρωτα] , διότι δεν
διαπερνάται από το νόημα αυτό το πράγμα. Είναι φιλοσοφικός αντάρτης
το σώμα. Είναι μια μικρή ιδιωτική αλογία. Όταν με πιέζουν υπερβολικά
καταφεύγω στην αλογία αυτή, την μικρή, την υπερβολική, και βρίσκω λίγο
ανάπαυση. Λίγο ο ερωτισμός, ή ο καταναλωτισμός, βρίσκω ένα μικρό μου
κόσμο. Παρά ταύτα όμως συνεχώς υπάρχει μεγάλη εκκρεμότητα: Τι θα γίνει;
Αυτό το πράγμα μπορεί να διαιωνίσει; Μπορεί να δώσει ένα
«έσχατο νόημα» στον εαυτό και στον κόσμο; Ποιο είναι το νόημα του έρωτα;
Εάν κανείς δεν πάρει τον δρόμο αυτόν, που φαίνεται ίσως δύσκολος, δεν θα
καταλάβει γιατί είναι ερωτικά ανικανοποίητος. Δεν υπάρχει δυτικός
άνθρωπος που να μην είναι ερωτικά ανικανοποίητος – εάν είναι
εκλεπτυσμένος, εάν έχει κουλτούρα ελάχιστη. Η αιτία είναι ακριβώς αυτή,
ότι είμαστε συνεχώς διαφοροποιημένοι από τον βιολογικό μας εαυτό και
συνεχώς διεξάγουμε έναν αγώνα νοήματος. Γι' αυτό και λέω εγώ ότι το
πραγματικό σώμα , στην πραγματικότητα είναι ακριβώς το σώμα που δεν
τολμούμε να διανοηθούμε ότι το θέλουμε. Το πραγματικό σώμα θα 'ταν ένα
σώμα ελεύθερο από τη φθορά και το θάνατο. Αυτό είναι το μόνο σώμα που θα
μας ενδιέφερε όντως.
Και βέβαια εδώ μπαίνει και η
λειτουργία του Άλλου. Ποιος είναι ο Άλλος; Είπαμε, το σώμα δεν είναι το
αυτονομημένο σώμα της διαφήμισης και του lifestyle, ούτε το σώμα του
ερωτισμού. Βεβαίως δεν είναι το σώμα της πορνογραφίας – αλλά αυτό δεν
χρειάζεται να το πω, το ξέρετε όλοι. Σήμερα το ξέρουμε πολύ καλά.
Παλαιότερα έπρεπε να το ανακαλύψουμε. Τώρα το γνωρίζουμε.
Ποιος είναι ο Άλλος; Εδώ
χρειάζεται πάρα πολύ προσοχή. Γιατί υπάρχουν πάρα πολλοί τρόποι να
σκεφτώ τον Άλλον. Αν πάρω την ψυχαναλυτική, πάλι, εκδοχή, έχω δύο
μεγάλος δυνατότητες. Η μία είναι η συγχώνευση με τον άλλον, η ναρκισσική
συγχώνευση, ερωτική συγχώνευση, δηλαδή ο άλλος γίνεται ένα αντικείμενο
του εαυτού, ένα self-object, γίνεται κάποιος τον οποίο χρησιμοποιώ
ναρκισσικά, για να μπορέσω να έχω ομοιόσταση ναρκισσική. Κάποιος με
κοιτάει επίμονα και βλέπω ότι του αρέσω. Κάποιος με προσέχει – όμορφα,
και χαίρομαι που βρίσκει σε μένα νόημα. Αυτό έγινε το αντικείμενο, ο
άλλος ο self-object, έτσι; Η λειτουργία του ναρκισσισμού είναι το μεγάλο
πρόβλημα για την ψυχολογία, κανείς δεν ξέρει γιατί αυτό που μου
χρειάζεται περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο με σκοτώνει κιόλας. Ο
ναρικισσμός είναι … Αν πάρετε τον ναρκισσισμό από ένα ανθρώπινο πλάσμα,
θα πάθει κατάθλιψη. Αν τον παραδώσω στον ναρκισσισμό του, θα γίνει
παρανοϊκός. Πώς γίνονται αυτά και τα δύο; Ποιο είναι το μέτρο; Πώς θα
ισορροπήσω;
Λοιπόν ποιος είναι ο Άλλος; Αν είναι
ο άλλος του melting (της συγχώνευσης), αυτής της σύντηξης, αυτό το
πράγμα είναι βέβαια επικίνδυνο από μια στιγμή και πέρα – γιατί; Διότι
ούτε τον άλλον γνωρίζω ούτε τον εαυτό μου. Στην πραγματικότητα ούτε εγώ
υπάρχω στον άλλον μέσα ούτε αυτός σε μένα. Απλώς ο ένας συγχωνεύεται
μέσα στον άλλον και γίνεται αυτό το πράγμα. Σήμερα αυτό το πράγμα μπορεί
να λέγεται και σχέση, νταλαβέρισμα, … αλλά όταν πάει λίγο παραπέρα,
μπορεί ο ένας να φτάσει να μισεί τον άλλον, ακριβώς διότι του έχει πάρει
τον εαυτό του, του έχει πάρει ό,τι κυριότερο, ό,τι βαθύτερο έχει.
Υπάρχει κι ο Άλλος του συμβολικού
ευνουχισμού, δηλαδή ο άλλος ο οποίος είναι οριστικά ξέμακρος ([όπως
περιγράφει ο] Λακάν), ο οποίος δεν είναι αυτός ποτέ που περιμένω, ο
οποίος ποτέ δεν θα είναι πράγματι αυτό που θέλει ο ναρικισσισμός μου.
Παρά ταύτα οφείλουμε τη μετουσίωση, να συντηρήσω την εικόνα του
σε ένα λογικό επίπεδο – «η γυναίκα μου είναι καλή», «ο σύντροφός μου
είναι πολύ καλός», τα παιδιά μου είναι τα καλύτερα παιδιά, με
τα οποία δεν έχω επικοινωνία – αυτό λέγεται μετουσίωση.
Ο πραγματικός Άλλος ποιος είναι;
Είναι ο άλλος της προβολής, της ναρκισσικής προβολής και της σύντηξης
αυτής; Είναι ο άλλος που είναι πάντοτε απόμακρος – γιατί ποτέ δεν θα
τολμήσω να τον πλησιάσω, από φόβο μήπως ο ναρκισσισμός μου με καταλύσει
ή ο δικός του ναρκισσισμός καταλύσει εμένα; Δεν έχουμε πολλές επιλογές.
Εγώ έλεγα … Στα βιβλία μου μιλάω για μια διαλογική για τον άλλο τις
αναλογίες … Είναι πολύ σημαντικό … Στη φιλοσοφία έχομε έκσταση –η έννοια
της εκστάσεως– [έκταση, κίνηση προς τα έξω] αλλά στην πλατωνική παράδοση
η έκσταση είναι μονολογική– προσέξτε… «Το Ένα η μονού εκφύεται», δεν μας
επιθυμεί. Δεν μας θέλει. Εμείς χορεύουμε γύρω του θαμπωμένοι, και
παράγουμε έτσι φιλοσοφία και πολιτισμό, αλλά το Ένα δεν ασχολείται μαζί
μας, δεν υπάρχει Πρόνοια στην αρχαία φιλοσοφία. Δεν ασχολείται ο Θεός με
τον κόσμο. Υπάρχει μια άλλη εκδοχή, πάλι φιλοσοφική, των παραλλήλων
εκστάσεων. Χάιντεγκερ. Εκσύσταται ο Θεός προς εμένα, κι εγώ προς Αυτόν,
αλλά ποτέ δεν ξέρω αν θα συναντηθούμε πράγματι. Μιλάμε κι οι δυο χώρια,
ο Ένας με καλεί, ο άλλος απαντά, εγώ απαντώ, δεν ξέρω αν αυτά θα
συναντηθούνε. Υπάρχει και μια τρίτη πιθανότητα, της αναλογικής έκστασης
–όπως την λέω εγώ–, που φτάνει να είναι μια συν-ενέργεια. Ένα βήμα
ανακάλυψης του Άλλου. Αυτό όμως θέλει ασκητικές μεθόδους. Θέλει να έχω
υπόψη μου ότι είμαι φίλαυτος. Να έχω υπόψη μου ότι είμαι έτοιμος να
θυσιάσω τον εαυτό μου στον Άλλον ή τον Άλλον στον εαυτό μου. Εδώ η
ορθόδοξη θεολογία μπορεί να προσφέρει φοβερές συμβουλές για τον Σταυρό,
που είναι η βήμα-προς-βήμα ανακάλυψη του Άλλου με τους δικούς του όρους.
Και η βήμα προς βήμα δική μου προσφορά στον άλλον. Λοιπόν χωρίς αυτή την
προειδοποίηση δεν μπορούμε να καταλάβουμε γιατί είμαστε τόσο λυπημένοι
όταν προσπαθούμε να σκεφτούμε την επικοινωνία, ας πούμε, την σχέση.
Κάποτε όταν είχα τελειώσει την διατριβή μου την διδακτορική πριν από
πάρα πολλά χρόνια, η οποία μιλούσε για το εν κοινωνία γίγνεσθαι, με
βρήκε ένας καθηγητής άλλης ειδικότητας και μου λέει «θα μας καταστρέψετε
εσείς οι θεωρητικοί», μου λέει. Τόσο απλά πράγματα όπως είναι η αγάπη τα
κάνετε τόσο περίπλοκα… Και του λέω: δάσκαλέ μου συμφωνώ ότι είναι απλά
τα πράγματα, όμως ο άνθρωπος έχει ένα λογιστικό εκτός από συναίσθημα, ε;
Κι έχει κι ένα ασυνείδητο. Κι επίσης έχει κι ένα σώμα το οποίο δεν
μπορεί να το βάλει σε λογαριασμό, γι' αυτό όλα αυτά όταν προσπαθούμε να
τα βάλουμε σε μια σειρά, παράγεται πραγματικά ένας λόγος ο οποίος
φαίνεται να είναι δύσκολος διότι πάει πέρα απ' τα αυτονόητα.
Παρά ταύτα όμως εγώ θεωρώ ότι σήμερα
είμαστε πολύ κοντά, μέσα από τις τραγικές μας ατομικές εμπειρίες, να
πλησιάσουμε αυτού του είδους τον προβληματισμό. Δηλαδή δεν υπάρχει
μεγαλύτερη απάτη από αυτή που θεωρεί τον σημερινό πολιτισμό σωματοκεντρικό. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απάτη από αυτή που θεωρεί ότι
σήμερα η επικοινωνία είναι δεδομένη. Και ακριβώς πρέπει να ξεδιαλύνουμε
το βάθος και το πλάτος των προβλημάτων αυτών και των ερωτημάτων.
Σωματοκεντρικότητα χωρίς την εμπειρία του Όλου, χωρίς την εμπειρία του
Μεγάλου, του Κεντρικού Νοήματος της υπάρξεως μέσα στο σώμα, δεν μπορεί
να υπάρξει. Η πραγματικότητα του Άλλου χωρίς θυσία στη φιλαυτία και στο
ναρκισσισμό μου δεν μπορεί να υπάρξει. Από δω και πέρα – σας είπα, αυτά
είναι προεισαγωγικά , δεν υποσχέθηκα να καλύψω τα θέματα αυτά, αλλά θα
έλεγα ότι, απ' εδώ και μπρος, μπορεί κανείς ίσως να ξεκινήσει μια πιο
σοβαρή συζήτηση μη αυτονομώντας τα θέματα αυτά, τα οποία …
Πάντοτε, όταν σπούδαζα ψυχολογία
είχα ένα μεγάλο πρόβλημα με τις μπιχεβιοριστικές [συμπεριφορικές]
θεραπείες. Ένας μπιχεβιοριστής, αν είναι καλός, μπορεί να θεραπεύσει μια
νεύρωση, ένα ψυχαναγκασμό, ή και μια σεξουαλική διαταραχή – αν υπάρχουν
πια σήμερα τέτοιες, ακούω ότι δεν υπάρχουν πια. Αλλά δεν υπάρχει το
«γιατί» από πίσω. Κι αυτό το «γιατί» είναι το πιο σημαντικό απ' όλα.
Έχει χαθεί ακριβώς το ερώτημα του νοήματος. Κι αυτό το ερώτημα
επιστρέφει ως σύμπτωμα όταν το αγνοήσουμε, ή […] ως η ανικανοποίηση
αυτή, η οποία, ως είπα, αποτελεί το διαρκή μύθο για το δυτικό πολιτισμό,
το διαρκή φιλοσοφικό μύθο και τη διαρκή ψυχολογική, ανθρωπολογική
διαπίστωση.
Μπορώ να βάλω μια άνω τελεία εδώ,
δεν ξέρω τι προβλέπει το συνέδριο, δεν θέλω να σας κουράσω περισσότερο.
χρόνος 30:26
(Ερώτηση από το κοινό):
[…] Θα 'θελα να ρωτήσω: το παραδεισένιο σώμα, το [δια?] χρονικό σώμα, το
αιώνιο σώμα και το αναστάσιμο σώμα, τι όλα αυτά μπορούν να μας πουν
σήμερα;
(Απάντηση από π. Λουδοβίκο):
Κοιτάξτε, το θέμα είναι να μπορεί να περιβληθεί ο Θεός μέσα στη
Δημιουργία. Αν μπορεί να γίνει αυτό, τότε και η αφθαρσία είναι δυνατόν
να γίνει. Κυρίως όμως, υπάρχει κάτι το οποίο πρέπει να το θεωρούμε ως
προτρέχον, κι αυτό είναι ακριβώς το ερώτημα του νοήματος, το ξαναλέω
αυτό, είναι [ένα] πολύ περίπλοκο νόημα, διότι …Το ερώτημα περί του
νοήματος έχει μια μεγάλη παγίδα. Αν παρέχω εγώ νόημα σε οτιδήποτε
γίνεται και κάνω και φτιάχνω, αυτό το πράγμα μπορεί να είναι παρανοϊκό,
να 'ναι ψυχωτικό, ή να 'ναι νευρωτικό. Το νόημα είναι κάτι το οποίο
ανακαλύπτεται πάντοτε – ο Νίτσε το είπε κάποτε και είναι αυτό βιβλικό --
η αλήθεια, είπε, αρχίζει με δύο. Το νόημα βεβαιώνεται πάντοτε μέσα σε
μια κοινωνία, σε μια «εκκλησία», αν το θέλετε. Δεν βεβαιώνεται ποτέ το
νόημα ως νόημα δικό ΜΟΥ, αλλά ως μια ευεργεσία πνευματική στην οποία
μετέχω. Δεν υπάρχει αλήθεια η οποία να 'ναι ατομική μου. Γι' αυτό και
δεν υπάρχει ανάσταση που να 'ναι ατομική μου. Αλλά υπάρχει όλο αυτό το
πράγμα, το οποίο κάνει τα πάντα ξαφνικά να είναι όμορφα, και είναι
όμορφα γιατί είναι αιώνια και είναι όμορφα γιατί διαρκούν. Αν δεν
νικήσουμε το θάνατο, δεν υπάρχει τέρμα ούτε στην ανάλυση –εννοώ την
ψυχανάλυση– ούτε στη φιλοσοφία. Για μένα, το ότι σκέπτομαι το Όλον,
ουσιαστικά σημαίνει ότι με σκέπτεται το Όλον, ότι με σκέπτεται εν
σώματι, ως ένα Ολόκληρο Νόημα, εμένα τον ίδιο. Είναι η μόνη μου ελπίδα
να βρω κάτι το οποίο να μην είναι παράλογο τελικά. Σε κάθε περίπτωση, αν
δεν το δούμε έτσι, απομένει ο μεγάλος πόνος που είναι η ουσία της
ηδονής. Ξέρετε, όσο πιο πολύ απολαμβάνω τον εαυτό μου, τόσο πιο πολύ
φόβο νιώθω και ανασφάλεια. Το 'χετε προσέξει αυτό; Στις στιγμές μεγάλης
απόλαυσης, ή μετά από μεγάλη απόλαυση, υπάρχει λύπη, αγωνία, … Γιατί;
Διότι το χάνω αυτό συνεχώς απ' τα χέρια μου, δεν υπάρχει, είναι μια
υπόμνηση της αδυναμίας να το έχω.
(Ερώτηση) Όλες οι
θρησκείες έχουν ένα ιδεαλιστικό νόημα. Όπως και όλες οι κοινωνικές
ιδεολογίες· ο υλισμός, ο ιδεαλισμός, ο φιλελευθερισμός έχουν ένα ιδεατό
νόημα, […] μια ιδανική κοινωνία· η θρησκεία πάνω στο φόβο του θανάτου,
στη μεταφυσική αντίληψη για το μετά θάνατο· στις -ας πούμε- κοινωνικές,
σοσιαλιστικές κοινωνίες σημαίνει καλύτερη ζωή, και πάει λέγοντας. Μπορεί
να ξεπεραστεί στην πράξη, δεδομένου ότι τα υποκείμενα, αυτά τα
υποκείμενα που ζούμε εδώ, με αυτή την κοινωνία, με αυτή την παιδεία, δεν
μπορούν να παράξουν άλλο τρόπο σκέψης. Ούτε οι φιλόσοφοι [μπορούν να
απαντήσουν] αυτά τα ερωτήματα ούτε οι θρησκείες. Και μένει το κάθε άτομο
μόνο του, μοναχικό, χωρίς απαντήσεις στα ερωτήματά του. Κανείς δεν το
ανακουφίζει αυτό και το ξέρετε πάρα πολύ καλά. Έτσι δεν είναι;
(Απάντηση) Όχι. Και
διαφωνώ γιατί ο καθένας από εμάς διατηρεί ζωντανή την ελπίδα μέσα του
ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως τα λέτε. Κανένας ουσιαστικά, ακόμα
κι αυτός ο οποίος θα μου διατυπώσει μια -ας πούμε- τελείως αθεϊστική
θεωρία, άμεμπτη, δεν θα έχει παραλείψει αυτό που λέει ένας πολύ
σημαντικός στοχαστής γερμανο-αμερικανός, «την έσχατη μέριμνα». Δηλαδή
κάτι που έχει λειτουργία, προσέξτε, μεταφυσικής αρχής στη ζωή του και
στην ύπαρξή του και το οποίο είναι αναπόδεικτο. Έχει μια υπερβατικότητα
σε σχέση με την εμπειρία του την τωρινή. Αυτό μπορεί να' ναι ένα
πολιτικό κόμμα. Μπορεί να 'ναι η πίστη του -ξέρω γω- στην αταξική
κοινωνία. Μπορεί να 'ναι -ξέρω γω- η πίστη του στην επιστήμη – μια
μεταφυσική πίστη στην επιστήμη. Μπορεί να είναι, αυτό, στο Star Wars οι
Τζένταϊ που έχουνε βρει την Κοσμική Δύναμη η οποία ισορροπεί τα πάντα
και λοιπά. Αλλά πάντως υπάρχει στο ασυνείδητο μια λειτουργία Θεού. Αυτό
είναι συγκλονιστικά αληθινό σε όλους τους ανθρώπους. Εγώ δεν έχω ακόμα
συναντήσει άθεο με την έννοια αυτή. Δηλαδή με την έννοια, να μην
λειτουργεί στην ψυχή του αυτή η διαδικασία την οποία ονόμασα «αναζήτηση
της έσχατης μέριμνας», η οποία ανατάσσει την κατάθλιψη κάθε δύο μέρες,
ανατάσσει το αδιέξοδο των σχέσεων, και προσφέρει έναν ορίζοντα ο οποίος
είναι «Μετά τα Φυσικά» (μεταφυσικός), ανύπαρκτος για τους άλλους
ανθρώπους, όπως είπατε. Αυτό το πράγμα πρέπει να μας προβληματίσει πολύ
σοβαρά, διότι απ' εκεί αρχίζει η θεολογία.
------------------------------------------